Νεότερα ερευνητικά δεδομένα για τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά

Νεότερα ερευνητικά δεδομένα για τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά

Με τη μείωση της ζάχαρης να βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων τα τελευταία χρόνια, τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά αποτελούν ένα θέμα ιδιαίτερα μεγάλου επιστημονικού ενδιαφέροντος και αναπόσπαστο κομμάτι της δημόσιας υγείας. Έτσι, το Συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Γλυκαντικών (International Sweeteners Association – ISA) με θέμα «Η επιστήμη γύρω από τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά: επιστημονικά δεδομένα και διατροφικές πολιτικές», είχε σκοπό να εξετάσει αυτό ακριβώς: τι υποστηρίζει δηλαδή η τρέχουσα και αναδυόμενη έρευνα και με ποιο τρόπο αυτή μπορεί να επιδράσει στην εξέλιξη των διατροφικών πολιτικών.

Η επιθυμία για γλυκιά γεύση είναι έμφυτη. Μπορούν όμως τα υποκατάστατα ζάχαρης να βοηθήσουν στην επιθυμία για γλυκό;
Είναι πλέον γνωστό ότι η γλυκιά γεύση αρέσει σε όλους, ή τουλάχιστον στους περισσότερους. Ταυτόχρονα, πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να μειώσουν την πρόσληψη ζάχαρης. Έτσι, η διατήρηση της γλυκιάς γεύσης στη διατροφή χωρίς τις θερμίδες της ζάχαρης, θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους να διαχειρίζονται καλύτερα την επιθυμία τους για γλυκό. Η υπόθεση αυτή εξετάστηκε σε καταναλωτές ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών στη μελέτη SWITCH που πραγματοποιεί το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η Δρ. Charlotte Hardman παρουσίασε νέα επιστημονικά στοιχεία με βάση τα οποία, τα ροφήματα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά συχνά καταναλώνονται ως μέρος μιας επιτυχημένης στρατηγικής για τον έλεγχο της επιθυμίας για γλυκιά γεύση και τον έλεγχο της πρόσληψης τροφής. Επίσης, χρησιμοποιούνται για τη μείωση των αρνητικών ψυχολογικών συναισθημάτων σχετικά με το φαγητό όπως το αίσθημα της ενοχής που σχετίζεται με την κατανάλωση εύγευστων τροφίμων κατά τη διάρκεια μιας δίαιτας. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της μελέτης SWITCH υποδεικνύουν ότι οι καταναλωτές ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών τείνουν να καταναλώνουν πιο λίγες θερμίδες από γλυκά και αλμυρά σνακ και να αισθάνονται λιγότερο ένοχοι για την πρόσληψη τροφίμων. Επίσης, έχουν καλύτερο έλεγχο των τροφίμων που καταναλώνουν όταν ροφήματα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά είναι διαθέσιμα συγκριτικά με όταν αυτά δεν είναι διαθέσιμα. Το εύρημα αυτό αφορά σε μεγάλο βαθμό τους διαιτολόγους-διατροφολόγους που θέλουν να είναι ενημερωμένοι για τις διαφορετικές στρατηγικές διαχείρισης του βάρους για τα άτομα που ακολουθούν ένα πλάνο διατροφής με λιγότερες θερμίδες αλλά θέλουν ταυτόχρονα να είναι εύγευστο.

Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της συζήτησης των συμμετεχόντων στην τελευταία θεματική ενότητα του συνεδρίου, ο Καθηγητής Peter Rogers από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ στο Ηνωμένο Βασίλειο έφερε στη συζήτηση μια τελευταία μελέτη του Καθηγητή Marc Fantino, ομότιμου Καθηγητή από τη Γαλλία, η οποία συνέκρινε την επίδραση των ροφημάτων διαίτης και του νερού σε μη καταναλωτές ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών. Η μελέτη έδειξε ότι, ακόμα και στους μη καταναλωτές ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών, τα ροφήματα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά δεν επιδρούν στην όρεξη ή την πρόσληψη γλυκών τροφίμων διαφορετικά από το νερό. Αυτή είναι η τελευταία μιας σειράς μελετών που επιβεβαιώνει ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά δεν αυξάνουν την όρεξη και την πρόσληψη φαγητού.

Αναφορικά με τη γλυκύτητα γενικότερα, και τη σχέση της με το σωματικό βάρος, που αποτελεί και σημαντικό θέμα δημόσιας υγείας, ο Καθηγητής Kees de Graaf, από το Πανεπιστήμιο του Βανγκενίγκεν της Ολλανδίας, παρουσίασε νέα ερευνητικά δεδομένα που δημοσιεύτηκαν το 2018 και δεν υποστηρίζουν κάποιου είδους σχέση μεταξύ της γλυκιάς γεύσης και του σωματικού βάρους. Στην πραγματικότητα, η μελέτη έδειξε ότι τα παχύσαρκα άτομα κατανάλωναν λιγότερες θερμίδες προερχόμενες από γλυκά τρόφιμα συγκριτικά με τα άτομα κανονικού βάρους.

Τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να βοηθήσουν στις συστάσεις μείωσης της ζάχαρης, σύμφωνα με νέα επιστημονικά δεδομένα από το Ηνωμένο Βασίλειο

Στην κεντρική ομιλία του Καθηγητή Adam Drewnowski, Διευθυντή του Κέντρου Διατροφής και Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ των Η.Π.Α, παρουσιάστηκαν πρόσφατες και νέες μελέτες που δείχνουν ότι η χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών σχετίζεται με καλύτερη ποιότητα διατροφής και μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να ανταποκριθούν στις διατροφικές συστάσεις μείωσης της υπερβολικής πρόσληψης ζάχαρης. Αυτό παρουσιάστηκε επίσης από την Καθηγήτρια Judith Buttriss, Γενική Διευθύντρια του Βρετανικού Ιδρύματος Διατροφής (British Nutrition Foundation), η οποία παρουσίασε συμπεράσματα από την τελευταία ανάλυση δεδομένων της Εθνικής Μελέτης Διατροφής του Ηνωμένου Βασιλείου που διεξήχθη από τον Καθηγητή Carlo La Vecchia και τους συνεργάτες του στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνο στην Ιταλία, και έδειξε ότι τα άτομα που καταναλώνουν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να ανταποκριθούν στις συστάσεις μείωσης της πρόσληψης ζάχαρης.

Τι συμβαίνει με τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά και το μικροβίωμα του εντέρου;

Προσεγγίζοντας το πολυσυζητημένο θέμα των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών και του μικροβιώματος του εντέρου, ο Καθηγητής Ian Rowland, από το Πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ενώ το θέμα συζητιέται συχνά στα μέσα ενημέρωσης, τα υπάρχοντα επιστημονικά στοιχεία δεν υποστηρίζουν ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ευαισθησία στην ινσουλίνη ή στη συνολική υγεία μέσω επίδρασης του εντερικού μικροβίωματος. Στην πραγματικότητα, σημειώθηκε ότι στα τυπικά επίπεδα κατανάλωσης ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να έχουν κλινικά σημαντική επίδραση στο μικροβίωμα του εντέρου. Επιπλέον, η Δρ. Berna Magnuson, τοξικολόγος από τον Καναδά με εκτεταμένη έρευνα για τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, εξήγησε ότι τα διαφορετικά μεταβολικά μονοπάτια των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών συμπεριλαμβανομένων των επιδράσεών τους στο έντερο, λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας των γλυκαντικών, και επομένως οι εν λόγω πτυχές έχουν ήδη εξεταστεί από τις ρυθμιστικές αρχές. Ένα άλλο σημείο που αξίζει να επισημανθεί είναι το μέλλον των μελετών σε ανθρώπους, όπως επισημάνθηκε από τον Καθηγητή Rowland, καθώς και από την πρόεδρο της θεματικής ενότητας και Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία, Wendy Russell. Οι μελλοντικές κλινικές δοκιμές πρέπει να είναι καλά σχεδιασμένες, χρησιμοποιώντας ρεαλιστικά επίπεδα κατανάλωσης ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών από τους ανθρώπους, και να διεξάγονται με προσοχή για τον έλεγχο των παραγόντων που επηρεάζουν το μικροβίωμα του εντέρου όπως οι αλλαγές στη σύσταση της διατροφής ή η απώλεια βάρους.

Τι ακολουθεί;
Πολλοί από τους ομιλητές του Συνεδρίου της Διεθνούς Ένωσης Γλυκαντικών μίλησαν για τις επερχόμενες μελέτες που διεξάγονται σε διάφορα πανεπιστήμια ανά τον κόσμο. Αυτές περιλαμβάνουν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, πολλές από τις οποίες σχεδιάζονται με μακροχρόνιο σχεδιασμό μέχρι και δύο χρόνια και οι οποίες θα παρέχουν επιπρόσθετα στοιχεία για τα μακροπρόθεσμα οφέλη των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών. Στο μεταξύ, τα επιστημονικά στοιχεία στο σύνολό τους, υποστηρίζουν ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της ζάχαρης και των θερμίδων συμβάλλοντας έτσι και στην απώλεια και διατήρηση του σωματικού βάρους μετά από ένα πρόγραμμα διατροφής. Επίσης, τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά όταν χρησιμοποιούνται αντί της ζάχαρης μπορεί να είναι βοηθητικά στον έλεγχο της γλυκόζης, καθώς δεν προκαλούν αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Συμπέρασμα
Σαν διαιτολόγος, το προσωπικό μου συμπέρασμα από το Συνέδριο της ISA είναι ότι στην προσπάθεια μας να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να τρώνε πιο υγιεινά και να κάνουν καλύτερες διατροφικές επιλογές, συχνά ξεχνάμε τη σημασία του να απολαμβάνουμε τα τρόφιμα που καταναλώνουμε. Διατηρώντας την απόλαυση της γλυκιάς γεύσης στη διατροφή μας, τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να μειώσουν την πρόσληψη ζάχαρης και θερμίδων και να ακολουθήσουν ένα υγιεινό διατροφικό πρότυπο, διατηρώντας παράλληλα την απόλαυση τροφίμων με υπέροχη γεύση.

Βασιλική Πυρογιάννη

www.nutrimed.gr